Η εκτροφή ελαφοειδών είναι ένας κλάδος της κτηνοτροφίας που έχει γνωρίσει µεγάλη ανάπτυξη στα πρόσφατα χρόνια, η οποία σε µεγάλο βαθµό οφείλεται στις εύστοχες κινήσεις που έκαναν οι χώρες που πρωτοπόρησαν στην εντατικοποίηση της παραγωγής (Ν. Ζηλανδία, Αυστραλία, Καναδάς).

Τα προϊόντα που προκύπτουν από την εκτροφή ελαφιδών είναι το κρέας, τα κέρατα και το«βελούδο», δηλαδή ο εξωτερικός ιστός που καλύπτει τα κέρατα των ελαφοειδών κατά τη διαδικασία ανάπτυξής τους.

Σε σύγκριση µε την εκτροφή πιο «παραδοσιακών» οικόσιτων ζώων η εκτροφή ελαφιών προσφέρει µεγαλύτερες αποδόσεις ανά µονάδα εισερχόµενου κεφαλαίου και εργασίας, έτσι θα µπορούσε να αποτελέσει µια εναλλακτική επιλογή για τους κτηνοτρόφους. Στους περιοριστικούς παράγοντες συγκαταλέγονται οι εξειδικευµένες γνώσεις που απαιτούνται από την πλευρά του παραγωγού σχετικά µε τη διατροφή, την ηθολογία και τις ασθένειες των ελαφοειδών και οι εξειδικευµένου τύπου εγκαταστάσεις που χρειάζονται τα ελάφια για τη διαβίωσή τους.

Αγορά προϊόντων ελαφοειδών

Η αγορά των προϊόντων ελαφοειδών είναι εναρµονισµένη µε το παγκοσµιοποιηµένο µοντέλο οικονοµίας, έτσι οι εκτροφές είναι συγκεντρωµένες κυρίως σε φάρµες του Νότιου Ηµισφαιρίου, ενώ το καταναλωτικό κοινό εντοπίζεται κυρίως στην Ευρώπη αλλά και ανά τον κόσµο.

Πρώτος εισαγωγέας η Γερµανία

H Νέα Ζηλανδία κατέχει τη µερίδα του λέοντος στις εξαγωγές κυνηγιού εκτροφής αλλά και «βελούδου», µε την Αυστραλία, τον Καναδά και τις ΗΠΑ να ακολουθούν. Οι Σκανδιναβικές χώρες και η Ρωσία διαθέτουν επίσης µεγάλες ποσότητες κυνηγιού στην παγκόσµια αγορά, ενώ η Γερµανία είναι ο κύριος εισαγωγέας κρέατος κυνηγιού στον κόσµο -ενδεικτικά απορρόφησε 20.000 τόνους το 2003- και είναι σταθερά υπεύθυνη για το 50% περίπου της παγκόσµιας ζήτησης.

Ασιατικές χώρες όπως Κορέα, Σιγκαπούρη και Ιαπωνία, εισάγουν επίσης ποσότητες κρέατος ελαφιού, ενώ και οι Αραβικές χώρες δηµιουργούν ένα µέρος της παγκόσµιας ζήτησης.

Η Κορέα είναι υπεύθυνη περίπου για το 85% της ζήτησης «βελούδου» κεράτων προς χρήση σε φαρµακευτικά σκευάσµατα, µε τζίρο που υπερβαίνει το 1,5 δισ. USD ετησίως.

 

Από 2,5 έως 6 ευρώ το κιλό οι τιμές παραγωγού για το κρέας ελαφιού

 

Η τιµή πώλησης του κρέατος ελαφιού από τον παραγωγό παρουσιάζει µια ετήσια παλινδρόµηση η οποία αντικατοπτρίζει τις περιόδους όπου µεγαλώνει η ζήτηση. Οι υψηλότερες τιµές τοποθετούνται στο τρίµηνο Οκτωβρίου – ∆εκεµβρίου. Οι τιµές κυµαίνονται και ανά έτος, καθώς η νεαρή αγορά του κρέατος ελαφιών είναι επιρρεπής στις αυξοµειώσεις της ζήτησης και της παραγωγής.

Έχουν αναφερθεί τιµές παραγωγού από 2,5 µέχρι 6 ευρώ το κιλό, ενώ η τιµή λιανικής πώλησης κυµαίνεται στα 10 – 15 ευρώ το κιλό.

Σηµειώνεται ότι το κρέας των ελαφοειδών χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά χαµηλή περιεκτικότητα σε λίπος και ενέργεια και υψηλή περιεκτικότητα σε ιχνοστοιχεία, βιταµίνες και άλλες βιοδραστικές ουσίες. Έτσι ζητείται από αγορές µε παράδοση στην κατανάλωσή του (π.χ. Βόρεια Ευρώπη) ή από καταναλωτές µε αυξηµένο βιοτικό επίπεδο ως ένα πιο υγιεινό κόκκινο κρέας.

Τα κέρατα και το «βελούδο» περιέχουν µεγάλο αριθµό λιποειδούς και πρωτεϊνικής φύσης βιοδραστικών ουσιών και χρησιµοποιούνται κατά την παραδοσιακή ασιατική ιατρική για την παρασκευή τονωτικών, προληπτικών ή θεραπευτικών σκευασµάτων.

Τρία είδη ζουν στην Ελλάδα

Στη χώρα µας απαντώνται 3 είδη, το κόκκινο ελάφι (Cervus elaphus), το πλατώνι (Dama dama) και το ζαρκάδι (Capreolus capreolus), τα οποία είτε ζουν σε ελεύθερη κατάσταση, είτε διατηρούνται ως οικόσιτα από ιδιώτες, πάντα σε µικρούς πληθυσµούς. Παρά τα πιθανά οφέλη, στη χώρα µας, η απουσία νοµικού πλαισίου για την εκτροφή ελαφιών και η έλλειψη καταναλωτικής συνείδησης για τα προϊόντα αυτής θα δυσκολέψουν οποιαδήποτε προσπάθεια συγκρότησης µονάδας εκτροφής.

πηγή Αγρονέα

Block [footer] not found!